στίλβη

στίλβη
Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του ποτάμιου θεού Πηνειού και της νύμφης Κρέουσας. Από τη Σ. και τον Απόλλωνα γεννήθηκε ο Λαπίθης και ο Κένταυρος.
* * *
η, ΝΑ [στίλβω]
νεοελλ.
1. στιλπνότητα, λαμπρότητα
2. μετρολ. φωτομετρική μονάδα λαμπρότητας με σύμβολο sb
3. (αστρον.-μετεωρ.) φαινόμενο που συνίσταται στην ταχεία διακύμανση τής λαμπρότητας και τού χρώματος τών ουρανίων σωμάτων
4. φρ. α) «ατμοσφαιρική στίλβη»
(αστρον.-μετεωρ.) η στίλβη τών ορατών με γυμνό μάτι αστέρων που οφείλεται στις διαταράξεις τής γήινης ατμόσφαιρας, οι οποίες μεταβάλλουν κατά τρόπο γρήγορο και ακανόνιστο τον δείκτη διάθλασης τού αέρα
β) «μεσοπλανητική στίλβη»
(αστρον.-μετεωρ.) στίλβη που οφείλεται σε διακυμάνσεις τής πυκνότητας τής μεσοπλανητικής ύλης σε περίπτωση που η στίλβη επηρεάζει τις ραδιοηλεκτρικές ακτινοβολίες που εκπέμπονται από σημειακές ραδιοπηγές
γ) «μεσοαστρική στίλβη»
(αστρον.-μετεωρ.) στίλβη που οφείλεται σε διακυμάνσεις τής πυκνότητας τής μεσοαστρικής ύλης σε περίπτωση που η στίλβη επηρεάζει τις ραδιοηλεκτρικές ακτινοβολίες που εκπέμπονται από σημειακές ραδιοπηγές
αρχ.
1. λυχνία, λάμπα
2. (κατά τον Ησύχ.) κάτοπτρο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Στίλβη — lamp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στίλβη — lamp fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στίλβῃ — Στίλβη lamp fem dat sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στίλβῃ — στίλβη lamp fem dat sg (attic epic ionic) στίλβω glitter pres subj mp 2nd sg στίλβω glitter pres ind mp 2nd sg στίλβω glitter pres subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στιλβή — στιλβός fem nom/voc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στίλβην — Στίλβη lamp fem acc sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στίλβην — στίλβη lamp fem acc sg (attic epic ionic) στίλβω glitter pres inf act (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στίλβης — Στίλβη lamp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • στίλβης — στίλβη lamp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Στίλβῃς — Στίλβη lamp fem dat pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”